Κώστας Μπούμπας: Από την πρώτη στιγμή είχαμε ζητήσει Προανακριτική Επιτροπή

Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΣΕΡΡΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΠΟΥΜΠΑ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΣΤΑΣΗ ΠΡΟΑΝΑΚΡΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, απέναντι σε αυτή την τραγωδία και σε αυτό το έγκλημα των Τεμπών, εμείς, στην Ελληνική Λύση, από την πρώτη στιγμή είχαμε ζητήσει αυτή την Προανακριτική Επιτροπή. Τη στιγμή που ο κ. Μητσοτάκης με ένα κρεοντικό ύφος, με την αλαζονεία ενός αυτοκράτορα, έριξε τα βέλη του απέναντι στην Ελληνική Λύση, εμείς κάναμε το αυτονόητο.
Κάναμε το αυτονόητο, προκειμένου να ακούσουμε τους γονείς, να αφουγκραστούμε την αγωνία της κοινωνίας.
Ο Θουκυδίδης έγραφε: Οι άνθρωποι αδικούμενοι, οργισμένοι ή βιαζόμενοι. Οι άνθρωποι, όταν αδικούνται, οργίζονται περισσότερο παρά όταν ασκείται βία επάνω τους. Αυτό έλεγε ο μεγάλος ιστορικός αφηγητής του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Είναι ένα διαχρονικό γνωμικό, διότι σε αυτούς τους ανθρώπους, τους γονείς, έχουμε ασκήσει και βία, αλλά έχουν υποστεί και μια αδικία. Το λιβανίζουμε πάρα πολύ. Και όταν λέω το λιβανίζουμε, όλα αυτά τα οποία έχουν ακουστεί πραγματικά επιφέρουν μια αγανάκτηση, έναν θυμό και μια απογοήτευση, αν θέλετε, απέναντι στην πολιτική και δη στους κυβερνώντες.
Και εδώ αναλογιστείτε τις ευθύνες σας, να έχετε ερινύες, υπό ποια έννοια. Αν, λοιπόν, ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει να φοβηθεί τίποτε και έχει ήσυχη τη συνείδησή του, όπως λέει και δεν τον διακατέχουν οι ερινύες, τι φοβάται να πάει στον φυσικό δικαστή, που είναι ο λαός; Όχι να γίνει ένα λαϊκό δικαστήριο -προσέξτε- αλλά πολλοί εξ αυτών των ανθρώπων που ζητούν την παραπομπή του είναι ψηφοφόροι, υπήρξαν ψηφοφόροι αυτής της Κυβέρνησης, ως ένα κομμάτι της κοινωνίας.
Αν, λοιπόν, στην πολιτική δεν έχουμε το συναίσθημα να αφουγκραστούμε τον άνθρωπο, την κοινωνία, τότε δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Θα βάζαμε τους καλύτερους τεχνοκράτες να διοικήσουν χωρίς όραμα την κοινωνία. Όμως, το δυσοίωνο είναι ότι δημιουργούμε μια αμφιθυμία στον λαό με μια σύγκρουση αρνητικών συναισθημάτων. Και σήμερα, αυτοί οι γονείς -που ο καθένας μπορούσε να είναι στη θέση τους- ζητούν δικαίωση για αυτές τις λαβωμένες ψυχές των παιδιών τους που δεν θα επιστρέψουν ποτέ και ζητούν από εμάς να αναλογιστούμε τις ευθύνες με παρρησία, με θάρρος, με υπευθυνότητα.
Όμως, σε αυτή τη χώρα διαχρονικά πάντα οι υπεύθυνοι ζητούν ευθύνες από τους υπεύθυνους. Αυτό γίνεται.
Από την πρώτη στιγμή και εγώ και οι ομοϊδεάτες μου Βουλευτές και με τον επικεφαλής, τον Κυριάκο Βελόπουλο, ζητάμε τα αυτονόητα. Και σήμερα, δεν κάναμε τίποτα παρά ένα εθνικό χρέος που έχουμε, να μεταφέρουμε την αγωνία και το αίτημα από τους γονείς, στους οποίους ασκείται και αδικία και βία, με προσωπικά χτυπήματα, με απειλές.
Τους κατηγορούσαν για τα πάντα. Την παιδίατρο, την κ. Καρυστιανού, την κατηγόρησαν ακόμη και για τη διατροφή των παιδιών της. Έχουμε χτυπήματα κάτω από τη μέση και απέναντι σε μια δικαιοσύνη που λέει -είναι και νομικός ο Υπουργός- ότι το ξίφος της δικαιοσύνης δεν πρέπει να έχει θήκη. Πολύ φοβάμαι ότι το ξίφος της δικαιοσύνης μπαίνει ενίοτε στη θήκη και αυτό προκαλεί την οργή του ελληνικού λαού, ο οποίος ζητάει τα αυτονόητα:
Όλα στο φως. Τι έχουμε να φοβηθούμε;
Ας βάλουμε τη φιλοσοφία, που είναι πάντα διαχρονική η διδαχή της. Κατά τον Πλάτωνα, ο πολιτικός υφαίνει και υφαίνει το σκληρό με το μαλακό και ουαί και αλίμονο αν χαθεί το συναίσθημα, η ενσυναίσθηση από τον πολιτικό. Δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Πρέπει αυτή την κοινωνία να τη βλέπουμε κατάματα και να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες, που ζητούν άπλετο φως.
Κύριε Πρωθυπουργέ, εάν έχετε μέσα σας συναίσθημα, έπρεπε ήδη να πείτε ότι από τη στιγμή που ζητούν κύτταρα της ελληνικής κοινωνίας τα οποία έχουν πληγεί, έχουν τραυματιστεί, έχουν λαβωθεί, που είναι οι γονείς, που έχουν μετατραπεί σε ζωντανούς-νεκρούς, έπρεπε να το αποδεχθείτε, όπως τότε λέγατε σε παλιές συνεντεύξεις σας ότι θα χυθεί άπλετο φως σε αυτή την υπόθεση και αρχίζουν «ήξεις, αφήξεις».
Και δυστυχώς, η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία και μας θυμίζει το ακριβώς έγκλημα-δυστύχημα στις 16 Ιανουαρίου του 1972 στον Δοξαρά Λάρισας επί επταετίας, με μια διαφορά, χωρίς να υπονοώ τίποτε: Σε οκτώ μήνες έγινε το δικαστήριο τότε και μπήκαν φυλακή οι σταθμάρχες τότε, επί δικτατορίας.
Και σήμερα, ο κόσμος πώς θα εμπιστευτεί τη Θέμιδα, όταν ακόμη είκοσι τρία ολάκερα χρόνια προσπαθούσαν τα θύματα να δικαιωθούν από το δυστύχημα του Γιάκοβλεφ, όταν τότε, το δικαστήριο αποφάνθηκε και είπε ότι δεν θα αποζημιωθούν τα μικρά παιδιά, διότι δεν είχαν υποστεί ηθική βλάβη, επειδή ήταν μικρά και δεν θυμούνταν τους γονείς τους.
Και ρωτάμε, κύριοι: Απέναντι στην κοινωνία, απέναντι σε όλους αυτούς οι οποίοι θα ζουν μόνιμα με έναν εφιάλτη, τους γονείς που έχασαν τα σπλάχνα τους, τα βλαστάρια τους, τους απογόνους τους, τι θα τους πούμε; Θα κάνουμε Προανακριτική, δεν θα κάνουμε Προανακριτική; Δεχόμαστε αυτό; Είπαν για εσχάτη προδοσία. Το ζητάει ο λαός. Ό,τι ζητάει ο λαός! Διότι τότε μόνο πρέπει να υπάρχει επαφή, επικοινωνία και να αφουγκραζόμαστε τα αιτήματα της κοινωνίας.
Ο χρόνος θα δείξει για τις ευθύνες που έχουμε απέναντι σε αυτόν τον κόσμο ο οποίος μας ψηφίζει, μας εμπιστεύεται για τα κεκτημένα του, για αυτά που όλη η κοινωνία κλαίει και βάλλεται αυτή τη στιγμή. Και θα πρέπει να λογοδοτήσουμε για αυτά τα παιδιά, για τις επόμενες γενεές, αν θέλουμε να έχουμε λόγο ύπαρξης εδώ, στο Κοινοβούλιο, σε ένα δημοκρατικά δομημένο καθεστώς, με ελευθερία σκέψης, ελευθερία λόγου.
Όμως, προσέξτε. Το διαχρονικό ρητό λέει: Όποιος σκέφτεται τη ζωή τη βλέπει σαν κωμωδία. Όποιος αισθάνεται τη ζει ως τραγωδία.
Θα πρέπει κάποια στιγμή, λοιπόν, να αισθανθούμε, να έχουμε ενσυναίσθηση, να μη φοβόμαστε και ο εκάστοτε Κρέοντας, κατά την τραγωδία του Σοφοκλή, να αφήνει να θάψουν τον Πολυνείκη.
Αυτό κάνει σήμερα ο «Κρέων» κ. Μητσοτάκης. Δεν αφήνει στον κόσμο να θάψουν τα παιδιά τους, σχήμα λόγου τον Πολυνείκη. Κατά την ανιψιά, την Αντιγόνη, Αντιγόνη είναι αυτός ο λαός που υποφέρει.
Ανασκουμπωθείτε. Σταματήστε να κρύβεστε. Εμείς δεν κάναμε τίποτα, παρά το αυτονόητο. Έχουμε εθνικό καθήκον ως Ελληνική Λύση να ακούσουμε τους γονείς. Και αυτό κάνουμε. Μεταφέρουμε την αγωνία, το δράμα, τη λύπη, τον πόνο, την οργή, τον θυμό των γονέων. Καταλάβετέ το. Για αυτό ο κόσμος αυτή τη στιγμή έχει γυρίσει την πλάτη του στην πολιτική και στους πολιτικούς, διότι μας λείπει ο παράγων άνθρωπος. Τέλος οι αριθμοί.
Τέλος οι καρέκλες, οι οποίες έρχονται και παρέρχονται.
Κλείνω με ένα ρητό. Υπάρχει μια μεγάλη παροιμία των Αρμενίων που λέει: «Αν δεν ενδιαφέρεσαι μόνο για τον εαυτό σου, είσαι δυνατός. Αν ενδιαφέρεσαι και για τους άλλους, είσαι αρχηγός. Αλλά όταν επιστρέψεις πίσω να σώσεις τους εναπομείναντες, τότε είσαι ηγέτης». Ηγέτες χρειαζόμαστε με όραμα, κύριοι, και με ευαισθησία.
